ΒΙΚΥ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ  Παρεμβαίνω μ' έναν τρόπο που δεν διαφέρει από σήκωμα χεριού

 
     
  ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ Ημ/νία: 12/02/2001 Σελίδα: 26,27 Κατηγορία: Τέχνης έργα Tο δεύτερο (λογοτεχνικό) βήμα  3 νέοι πεζογράφοι που πρόσφατα κυκλοφόρησε το δεύτερο βιβλίο τους, μιλούν για το τι τους εμπνέει αλλά και την πορεία της ελληνικής λογοτεχνίας  
 

download

 
     
 

Λέγεται – και είναι αλήθεια – πως το δεύτερο βήμα ενός συγγραφέα είναι το αποφασιστικό του βήμα.  A, δηλαδή, υποθέσουμε πως στο πρώτο βιβλίο παίρνειο βαθιά ανάσα και αρχίζει να εδραιώνεται ή, αντιστρόφως, να χάνει το έδαφος κάτω απο τα πόδια του.  Oι τρείς πεζογράφοι που επιλέξαμε, με τα πρώτα βιβλία τους ερέθισαν τόσο το σινάφι όσο και τους αναγνώστες.  Eννοείται πως το ίδιο προσδοκούμε να συμβεί και στο επόμενο βήμα τους.  Πρόκειται για τη Bίκυ Θεοδωροπούλου (Oι Eπιζώντες, «Eστία»), τον Σπύρο Kαρυδάκη (H νύχτα των ονομάτων, «Kαστανιώτης») και τον Θανάση Xειμωνά (Σπασμένα Eλληνικά, «Kέδρος»).  Προτιμήσαμε να μας συστήσουν οι ίδιοι τα πρόσφατα μυθιστορήματά τους, μέσα απο κοινά ερωτήματα, αποσαφηνίζοντας κάποιους εσωτερικούς και εξωτερικούς όρους της λογοτεχνικής τους διαδρομής.  Σ εσάς εναπόκειται να διαβάσετε τα νέα τους βιβλία και να ανακαλύψετε συγκλίσεις ή αποκλίσεις ανάμεσα στα λεγόμενα και στα γραφόμενά τους. Mισέλ Φάϊς

 
     
 

 
     
 

Tί πραγματεύεται το τελευταίο βιβλίο σας; 

Την ανθρώπινη επιβίωση. Οπως και όσο μπορεί να αναδειχθεί μέσα από περιπτώσεις που είναι πιθανές αλλά όχι αποδείξιμες. 

Tο δεύτερο βιβλίο σας, σε σχέση με το πρώτο, τί συνιχίζει, τι μεταμορφώνει και τι εγκαταλείπει – τόσο σε θεματικό όσο και σε εκφραστικό επίπεδο;

Νομίζω πως συνεχίζει έναν εξωστρεφή εσωτερικό μονόλογο, με πρόθεση να αποκτήσει η περίπτωση γνωρίσματα συνόλου, όπως και στο Γράμμα απ' το Δουβλίνο. Αλλά ανοίγεται θεματικά -από το δίλημμα έρωτας ή φιλία στο οποίο επικεντρώνεται το Δουβλίνο, προσπαθεί να περάσει, μέσα από τη συγκεκριμένη περιπτωσιολογία, σε μια γενικότερη προβληματική- και διαφοροποιείται εκφραστικά. Το λέω αυτό το τελευταίο με κάποια σιγουριά, επειδή αυτό το βιβλίο εγκαταλείπει από πρόθεση τους δισταγμούς που η ευγένεια υπαγορεύει συνήθως σε έναν αφηγητή - το να μην επιμένει ας πούμε στο να ειπωθούν κάποια πράγματα, τη στιγμή που τον συνομιλητή του τον αγκαλιάζει ο Μορφέας. Αποφασίζει πως αυτή είναι η στιγμή και πως ή ο συνομιλητής θα μείνει ξύπνιος ή κάπου θα βρεθεί κάποιος άλλος αποδέκτης αυτών που θεωρεί αναγκαίο να ειπωθούν, εδώ και τώρα. Οσο για το τι μεταμορφώνει, ειλικρινά δεν ξέρω. Το μόνο που μπορώ να φανταστώ είναι το ενδεχόμενο να μεταμορφώσει εμένα σε συγγραφέα. 

Aλήθεια, υπάρχουν κάποιοι συγγραφείς (Eλληνες ή ξένοι), των οποίων το λογοτεχνικό απόβαρο στο έργο σας, μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου βιβλίου σας, να έχει μεταβληθεί;

Κοιτάξτε, εάν αυτό, «το λογοτεχνικό απόβαρο» όπως το ονομάζετε, αποτιμηθεί από κάποιον άλλον, μπορώ να συμφωνήσω ή να διαφωνήσω μαζί του, αφού το σκεφτώ. Δεν μπορώ όμως να κάνω εγώ αυτή την αποτίμηση. Εγώ εκείνο που μπορώ να πω είναι πως υπάρχουν πολλοί συγγραφείς, Ελληνες και ξένοι, κλασικοί και σύγχρονοι, που μου έχουν προσφέρει απίστευτες στιγμές ευφορίας. Και πως ο τρόπος με τον οποίο έχουν μπορέσει γράφοντας να διατυπώσουν τις σκέψεις τους, τους προβληματισμούς τους, έχει τοποθετήσει ήδη το νήμα σε αποθαρρυντικό ύψος για κάποιον που θέλει να εμπλακεί στην περιπέτεια που ονομάζεται λογοτεχνία. Ευτυχώς όμως, φαίνεται πως ο άνθρωπος είναι προικισμένος με τέτοιο θράσος, ώστε να ξεχνά το ότι όλα έχουν ειπωθεί με τον καλύτερο τρόπο και να επιχειρεί να μιλήσει γι' αυτά ξανά και ξανά, με δικά του λόγια, στο δικό του προσωπικό χρόνο.

Γιατί γράφετε;  Για τον ιδανικό αναγνώστη;  Για να «αυτοθεραπευθείτε»;  Mήπως για να γίνετε ευρύτερα γνωστοί;

Νομίζω πως γράφω πρώτα απ' όλα από ευχαρίστηση κι ύστερα από άναγκη να παρέμβω σε ένα κάποιο γίγνεσθαι, με έναν τρόπο που δεν θα ήθελα να διαφέρει από το σήκωμα του χεριού σε μια σχολική τάξη. Γράφοντας, φυσικά και σκέφτομαι τον αναγνώστη, με τον ίδιο τρόπο που άλλοτε, ξεπερνώντας το μικρόφωνο, σκεφτόμουν τον ακροατή πίσω απ' αυτό. Αλλά θα ήταν ψέματα αν έλεγα πως γράφω για τον όποιον αναγνώστη κι όχι για μένα. Οσον αφορά τη γραφή σαν «αυτοθεραπεία», ομολογώ πως έχω διαπιστώσει τις ευεργετικές της ιδιότητες αλλά αν αυτές είναι αυτοσκοπός, νομίζω πως τα κείμενα είναι καλύτερο να παραμένουν στα αρχεία των αρμόδιων θεραπευτών. Κι όσο για την επιθυμία να γίνω ευρύτερα γνωστή μέσω της γραφής, ε, οπωσδήποτε κάποια σχετική ματαιοδοξία πρέπει να κρύβει η ενασχόλησή μου με αυτό το πολυτελές επάγγελμα. Κι ας το αρνούμαι.

Kατά τη γνώμη σας, πού οφείλεται το γεγονός ότι η νεοελληνική λογοτεχνία παραμένει terra incognita για τον ξένο αναγνώστη;

Μόνο με ερωτήσεις θα ήθελα να απαντήσω σ' αυτή σας την ερώτηση και σκοπίμως, θα ήθελα να τις διατυπώσω σε μια γλώσσα που θυμίζει τερατογένεση. ΜΕ ΡΙΟ TROPO PROOTHOUN ΟΙ ELLINIKES KIVERNISIS ΤΟ ELLINIKO LOGOTEXNIKO BIBLIO STO EKSOTERIKO? ΤΙ KSEROYME GIA TIS EDRES NEOELLINIKON SPOYDON? ΟΙ ELLINES EKDOTES ΤΙ AKRIBOS KANOUN GIA ΑΥΤΟ? ΟΙ ELLINES SYGRAFIS POS FANTAZOMASTE ΤΟΝ KSENO ANAGNOSTI ΤΟΥ ERGOY MAS? EIRISTHO ΕΝ PARODO, EYROPAIKOI LOGOTEXNIKOI DIAGONISMOI! APROSEKSIA, AFIRIMADA Η ΚΑΤΙ ALLO, XARAKTIRIZEI ΑΥΤΟΝ POU SE ΕΝΑ FESTIVAL ΤΑΙΝΙΟΝ MIKROU MIKOUS, STELNEI ΜΙΑ EKSERETIKH ΤΑΙΝΙΑ ΤΟΥ AGGELOPOULOU?